Γιάννης Τόλιος - Η παγκόσμια οικονομική κρίση

Το παρόν αποτελεί απόσπασμα από το περιεχόμενο στο τεύχος άρθρο του Γιάννη Τόλιου «Το "επαχθές" χρέος, μηχανισμός οικονομικής εκμετάλλευσης και εθνικής κηδεμονίας».

Η παγκόσμια οικονομική κρίση

του Γιάννη Τόλιου*

Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση που ξέσπασε το καλοκαίρι του 2007 στις ΗΠΑ, επεκτάθηκε γρήγορα και στις άλλες χώρες, πρώτα απ' όλα της ΕΕ, σηματοδοτώντας την απαρχή της μεγαλύτερης μεταπολεμικής κρίσης του καπιταλισμού, η οποία ενδεχομένως αποδειχτεί μεγαλύτερη και από αυτήν της δεκαετίας του '30. Πρόκειται για μια κρίση που συμπυκνώνει όπως θα έλεγε και ο Μαρξ την «έκρηξη των αντιθέσεων»[1] του συστήματος, στη σύγχρονη βαθμίδα εξέλιξής του, τη "νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση", η οποία συνοδεύεται κι από άλλα κρισιακά φαινόμενα, όπως κρίση "κλιματικών αλλαγών", ενεργειακών πρώτων υλών, διατροφής, κ.ά. Ταυτόχρονα αποτελεί κρίση της νεοφιλελεύθερης ολοκλήρωσης στην Ευρώπη και ειδικότερα κρίση της "ζώνης" του ευρώ, η οποία εκδηλώνεται σε κάθε χώρα με διαφορετική ένταση και κοινωνικές επιπτώσεις. Τέλος η κρίση αντανακλά τις συντελούμενες αλλαγές στους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ οικονομιών κάτω από τη δράση του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης.


Η νέα διεθνής κρίση αποτελεί στην ουσία "κρίση υπερσυσσώρευσης" κεφαλαίου και ειδικότερα "πλασματικού κεφαλαίου"1, υπό την επίδραση των διαδικασιών "φιλελευθεροποίησης", "απορύθμισης" και ανεξέλεγκτης πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών, της αυξανόμενης "τιτλοποίησης" στοιχείων του ενεργητικού (ή παθητικού) μεγάλων χρηματοπιστωτικών, βιομηχανικών, εμπορικών κλπ. εταιριών και οικονομικών ομίλων, καθώς και της γενικότερης τάσης "χρηματιστικοποίησης"[2] της οικονομίας, ιδίως των αναπτυγμένων χωρών. Είναι ταυτόχρονα κρίση του νεοφιλελευθερισμού, του μοντέλου διαχείρισης του συστήματος που ξεκίνησε στη δεκαετία του '80 με τις πολιτικές Ρίγκαν και Θάτσερ, σε ΗΠΑ και Βρετανία.
Η νεοφιλελεύθερη πολιτική "φιλελευθεροποίησης" και "απορύθμισης" (deregulation) δρομολογείται ήδη από τότε, με απορύθμιση επιτοκίων, απελευθέρωση κίνησης κεφαλαίων, κατάργηση στεγανών μεταξύ τραπεζικών και "μη τραπεζικών" χρηματοπιστωτικών εταιριών, άνοιγμα εθνικών αγορών στο διεθνή ανταγωνισμό, κ.ά. Από την άλλη οι διαδικασίες "τιτλοποίησης" (securitization) ξεκίνησαν με τη μετατροπή "μη εμπορεύσιμων" στοιχείων του ενεργητικού (ή παθητικού) τραπεζών και μεγάλων εταιριών σε "εμπορεύσιμους" τίτλους (πχ. μετατροπή ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων σε ειδικά ομόλογα και πώληση στην κεφαλαιαγορά), διευρύνοντας την πιστωτική επέκταση και διασπορά πιστωτικών κινδύνων στους κατόχους "προϊόντων" τιτλοποίησης μειωμένης εξασφάλισης. Τέλος οι "νέες τεχνικές" αντιμετώπισης χρηματοπιστωτικών κινδύνων οδήγησαν στην εμφάνιση ειδικών χρηματοπιστωτικών "μέσων" και "παραγώγων" (options, futures, swaps, junk bonds, hedge funds, CDS, κ.ά.) και αντίστοιχων εξειδικευμένων εταιριών. Η διαδικασία οδήγησε σε υπερδιόγκωση του "πλασματικού κεφαλαίου" και των κινδύνων από τη "φούσκα" που δημιουργείται (η υπερδιόγκωση της "αξίας" των χάρτινων τίτλων δεν είναι απεριόριστη σε σχέση με τις πραγματικές αξίες), το σπάσιμο της οποίας ήταν σε βάρος των κατόχων χρηματοπιστωτικών "παραγώγων", με κερδισμένους συνήθως τους "θεσμικούς επενδυτές", τους "κερδοσκόπους"[3].
Στην ερμηνεία της σημερινής κρίσης μεταξύ μαρξιστών υπάρχουν σχηματικά δύο απόψεις. Εκείνη που δίνει έμφαση στη "χρηματιστικοποίηση" και θεωρεί τη σημερινή χρηματοπιστωτική κρίση ότι επιβάλλεται από τα πάνω στην πραγματική οικονομία και εκείνη που αναγνωρίζει την αυξανόμενη σημασία της "χρηματιστικοποίησης", αλλά θεωρεί ότι οι αιτίες της κρίσης προέρχονται τελικά από την πραγματική οικονομία και εκδηλώνονται στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Θεωρούμε τη δεύτερη προσέγγιση ως πιο σωστή δεδομένου ότι στη θεώρηση της κρίσης πρέπει να υπολογίζουμε τη συνολική αναπαραγωγή του κεφαλαίου στη διαδικασία περιστροφής και αλλαγής των μορφών του (παραγωγικό, εμπορικό, χρηματικό) και των αντιθέσεων που σηματοδοτεί συνολικά και όχι μόνο στη χρηματοπιστωτική σφαίρα [4].
Συνακόλουθα, η υπερσυσσώρευση πλασματικού κεφαλαίου δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως φαινόμενο ανεξάρτητο από την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα από το παραγωγικό-βιομηχανικό κεφάλαιο. Η αναλογία μεταξύ τους καθορίζεται από τη βαθμίδα ανάπτυξης του κεφαλαιοκρατικού συστήματος. Και οι δύο μορφές έχουν ως πηγή κέρδους την υπεραξία που παράγεται στη σφαίρα παραγωγής και μοιράζεται μεταξύ των διαφόρων μορφών κεφαλαίου, ανάλογα με το μέγεθος και το μέσο ποσοστό κέρδους στα πλαίσια του διακλαδικού ανταγωνισμού. Ουσιαστικά, όταν μιλάμε για χρηματιστικοποίηση, δεν είναι τίποτα άλλο από τον αυξανόμενο ρόλο του "χρηματοπιστωτικού" και ιδιαίτερα του "χρηματιστικού" κεφαλαίου στη ζωή των καπιταλιστικών οικονομιών, το οποίο και παίζει κυρίαρχο ρόλο τόσο στη σφαίρα παραγωγής όσο και της κυκλοφορίας των αναπτυγμένων οικονομιών και σε παγκόσμια κλίμακα.
Το "χρηματιστικό κεφάλαιο", με βάση την μαρξιστική προσέγγιση [5], ορίζεται ως συνύφανση τραπεζικού και βιομηχανικού μονοπωλιακού κεφαλαίου, το οποίο βρίσκει οργανωτική έκφραση στους μεγάλους πολυκλαδικούς και πολυεθνικούς οικονομικούς ομίλους, της μορφής konzern, conglomerates, financial supermarkets, κ.ά. Δεν είναι σωστό να ταυτίζουμε το "χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο" (financial capital) με το "χρηματιστικό κεφάλαιο" (finance capital). Το τελευταίο είναι μονοπωλιακό κεφάλαιο και σηματοδοτεί διαφορετικές οικονομικές σχέσεις (μονοπωλιακές) και αντίστοιχες αντιθέσεις, ενώ το πρώτο αφορά γενικά το κεφάλαιο που κυκλοφορεί στην χρηματοπιστωτική σφαίρα, αν και πρακτικά κατά κανόνα είναι "χρηματιστικό". Αυτή τη σύγχυση κάνουν ορισμένοι μαρξιστές οικονομολόγοι [6], αδυνατίζοντας την ανάλυση των ταξικών σχέσεων και κατ' επέκταση των κοινωνικοπολιτικών και γεωπολιτικών αντιθέσεων.
Μια εικόνα της υπερ-συσσώρευσης πλασματικού κεφαλαίου, δίνει η σύγκριση μεταξύ ΑΕΠ και συνολικής αξίας χρηματοπιστωτικών "προϊόντων" στην παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με αναλυτικά στοιχεία (2006), το συνολικό ύψος των χρηματοπιστωτικών "παραγώγων" ξεπερνούσε τα 400 τρις δολάρια, η παγκόσμια αγορά κεφαλαίων (μετοχές, ομολογίες, κ.ά.) τα 118 τρις, η παγκόσμια αγορά ομολόγων 49 τρις, το παγκόσμιο ύψος χαρτονομισμάτων 46 τρις, η συνολική αξία χρυσού που είχε παραχθεί σε παγκόσμια κλίμακα 2,6 τρις (150.000 τόνοι), κ.ά.8 Ειδικότερα το 2009, ενώ το παγκόσμιο ΑΕΠ ανήλθε σε 55 τρις δολάρια, η συνολική αξία των χρηματοπιστωτικών "παραγώγων" ανήλθε σε 900 τρις δολάρια! Σχεδόν 15 φορές μεγαλύτερη, αποκαλύπτοντας το μέγεθος της "διόρθωσης" που πρέπει να γίνει (μέσω κρίσης), όταν έστω και στιγμιαία, το σύνολο των τιμών (ονομαστικών αξιών) πρέπει να εξισωθεί με το σύνολο των πραγματικών αξιών. Αντίστοιχα σε επίπεδο ΕΕ, ενώ το ΑΕΠ ήταν περίπου 9,3 τρις €, οι τράπεζες της ευρωζώνης κατείχαν ομόλογα 41 τρις € από τα οποία 29 τρις ήταν "τοξικά" (αμφίβολης φερεγγυότητας). Κατά συνέπεια στις σημερινές συνθήκες κρίσης μεγάλο μέρος του "πλασματικού κεφαλαίου" αναζητά εναγωνίως κερδοφορία, προσπαθώντας να αποφύγει τις συνέπειες της κερδοσκοπικής "φούσκας" με "έξωθεν στήριξη" από το κράτος με πολιτικές βίαιης ανακατανομής εισοδήματος και πλούτου για την αποφυγή "εξαέρωσης" του.
Αυτό εξηγεί και τις αντιλαϊκές "πολιτικές εξόδου" των κυρίαρχων ελίτ των καπιταλιστικών χωρών (μίγμα κεϋνσιανών και νεοφιλελεύθερων συνταγών), για τη στήριξη των τραπεζιτών και τόνωση της κερδοφορίας του χρηματιστικού κεφαλαίου. Ωστόσο η συγκεκριμένη πολιτική γεννάει δημόσια ελλείμματα και χρέη, τροφοδοτεί χρόνια λιτότητα, ύφεση, ανεργία, φτώχεια και κοινωνική περιθωριοποίηση. Τα σημάδια ανάκαμψης σε ορισμένες οικονομίες (ΗΠΑ, Γερμανία, κ.ά.), πέρα από ασθενικά, αδυνατούν να επιλύσουν τις συσσωρευμένες δυσαναλογίες μεταξύ πραγματικής και χρηματοπιστωτικής οικονομίας, μεταξύ κοινωνικών αναγκών και μεγιστοποίησης κέρδους, μεταξύ κοινωνικού χαρακτήρα παραγωγής και ατομικής ιδιοποίησης αποτελεσμάτων, και φυσικά δεν εξασφαλίζουν βιώσιμη διέξοδο από την κρίση. Η αναγκαιότητα μιας εναλλακτικής προοδευτικής-αριστερής εξόδου, προβάλλει ως επείγουσα και ζωτική ανάγκη για τις σύγχρονες κοινωνίες.

Σημειώσεις
1. Το "πλασματικό κεφάλαιο" (fictitious capital), είναι το επενδυμένο κεφάλαιο σε κάθε είδους χρεόγραφα (μετοχές, ομολογίες, κρατικά χρεόγραφα, αμοιβαία κεφάλαια, έντοκα γραμμάτια, repos, κεφάλαια υψηλού κινδύνου και κάθε είδους χάρτινα "προϊόντα" ή χρηματοπιστωτικά "παράγωγα"). Σχετικά με την έννοια, βλέπε Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, τόμ. ΙΙΙ, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα (1978), σελ. 504-522 και 585-599. Επίσης για το ρόλο του πλασματικού κεφαλαίου στη σημερινή κρίση, βλέπε, Ismael Hossein-Zadeh, «Beyond the Mainstream Explanations of this Recession – A Marxist Analysis», Against the Current, No 146, May-June 2010, σελ. 29-32.

2. Η διαδικασία "χρηματιστικοποίησης" (financialization) της οικονομίας, συνδέεται με τον αυξανόμενο ρόλο του χρηματοπιστωτικού τομέα σε σχέση με τον παραγωγικό και την υπερδιόγκωση της αγοραπωλησίας χρηματοπιστωτικών "προϊόντων" στις εθνικές και διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου. Για εκτενέστερη ανάλυση της "χρηματιστικοποίησης", βλέπε Callinicos, A., Bonfire of Illusions, Policy Press, Cambridge 2010, UK, σελ. 34 κλπ.

3. Για εκτενέστερη ανάλυση των παραπάνω διαδικασιών βλέπε, Γ. Τόλιος, Συγκέντρωση κεφαλαίου, τραπεζικοί και ασφαλιστικοί όμιλοι στην ελληνική κοινωνία, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα 1998, σελ. 22-41, καθώς και Χ. Μερτζάνης, 2008, «Η διεθνής χρηματο-πιστωτική κρίση», Δ/ση Μελετών «Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς».

4. Για τη διεξαγόμενη συζήτηση βλέπε, Choonara, J., «Marxist accounts of the current crisis», 2009, http://www.isj.org.uk/?id=557.

5. Η έννοια του "χρηματιστικού κεφαλαίου" πρωτοδιατυπώθηκε από τον Χίλφερντινγκ (Finance Capital, 1910) ορίζοντας εκείνο το κεφάλαιο που βρίσκεται στη διάθεση των τραπεζών και χρησιμοποιείται από τους βιομηχάνους, και αναπτύχθηκε κατόπιν από τον Λένιν (Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, 1916), ο οποίος επεσήμανε ότι η συγκέντρωση της παραγωγής και τα μονοπώλια που ξεπηδούν από αυτήν, η συγχώνευση και σύμφυση των τραπεζών με τη βιομηχανία, αποτελούν την ιστορία γέννησης του χρηματιστικού κεφαλαίου. Η υπεροχή του χρηματιστικού κεφαλαίου πάνω σε όλες τις άλλες μορφές κεφαλαίου, σημαίνει κυρίαρχη θέση του εισοδηματία-ραντιέ και της χρηματιστικής ολιγαρχίας, σημαίνει ξεχώρισμα μερικών κρατών που κατέχουν χρηματιστική "δύναμη" σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα, κ.ά.

6. Μια τέτοια σύγχυση κάνει ο Ismael Hossein-Zadeh, στο κατά τα άλλα πολύ ενδιαφέρον μνημονευμένο άρθρο του για τη σημερινή κρίση.

*Ο Γιάννης Τόλιος είναι οικονομολόγος, ερευνητής (Ph.D).

 

Προσθήκη νέου σχολίου


Κωδικός ασφαλείας
Ανανέωση