Ρόζα Λούξεμπουργκ, Η “Μπροσούρα του Γιούνιους” και άλλα κείμενα, εκδ. Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη
Από την “Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη” κυκλοφόρησε η “Μπροσούρα του Γιούνιους” της Ρόζα Λούξεμπουργκ. Πέρα από το μεγάλης σημασίας αυτό έργο, μια μαχητική υπεράσπιση του σοσιαλιστικού διεθνισμού απέναντι στο ιμπεριαλιστικό μακελειό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τη συνθηκολόγηση της επίσημης σοσιαλδημοκρατίας, η έκδοση περιλαμβάνει άλλα δυο σημαντικά γραπτά της Λούξεμπουργκ, καθώς και αναφορικά κείμενα άλλων μαρξιστών, συγκεκριμένα των Κλάρα Τσέτκιν, Λεόν Τρότσκι, Ερνέστ Μαντέλ και Μίκαελ Λέβι. Παρουσιάζουμε εδώ μια κατατοπιστική προλόγιση της έκδοσης από τον Ανδρέα Κλόκε.
Ρόζα Λούξεμπουργκ: Η “Μπροσούρα του Γιούνιους” και Άλλα Κείμενα
του Ανδρέα Κλόκε*
Ένα από τα πιο σπουδαία κείμενα της Ρόζα Λούξεμπουργκ, η “Μπροσούρα του Γιούνιους”, γραμμένη το 1915 στη φυλακή ως αντίδραση στο ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην προδοσία κυρίως της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας στις αρχές του σοσιαλιστικού διεθνισμού που σηματοδότησε την υποταγή της στο γερμανικό ιμπεριαλισμό, εκδίδεται για πρώτη φορά σε πλήρη μετάφραση στα ελληνικά.
Η ιδιαίτερη σημασία αυτού του κειμένου για τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες σήμερα μπορεί να έχει δύο πλευρές ή επίπεδα. Το πρώτο αναφέρεται στη μαρξιστική ανάλυση των εξελίξεων και παραγόντων που οδήγησαν σε αυτόν τον πόλεμο που αποτελεί μια τρομερή τομή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ήταν ο πρώτος με την πλήρη έννοια της λέξης “ιμπεριαλιστικός” πόλεμος, που διαδραματίστηκε στη βάση του ανεπτυγμένου βιομηχανικού καπιταλισμού όπου οι μεγάλες δυνάμεις πάλεψαν για την παγκόσμια κυριαρχία. Η ανάλυση του “Γιούνιους” (ψευδώνυμο της Λούξεμπουργκ) εστιάστηκε, πέρα από τα πολεμικά κίνητρα και σχέδια του γερμανικού ιμπεριαλισμού, αναπόφευκτα στην αποτυχία της Δεύτερης Σοσιαλιστικής Διεθνούς και των κομμάτων της, πρώτα απ’ όλα του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Αυτές οι κύριες δυνάμεις του τότε ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος, προγραμματικός στόχος των οποίων ήταν να οδηγήσουν τους εργαζομένους και καταπιεσμένους στην αντικαπιταλιστική, σοσιαλιστική χειραφέτηση ή τουλάχιστον να συμβάλουν αποφασιστικά σε μια λύση της ιστορικής κρίσης – των πρωτοφανών πολεμικών κτηνωδιών και σφαγών, δηλαδή της αδιέξοδης ιμπεριαλιστικής “βαρβαρότητας” – προς αυτήν την κατεύθυνση, απέτυχαν κατά τον πιο μίζερο τρόπο το 1914, με λίγες και λαμπρές εξαιρέσεις όπως οι Ρώσοι Μπολσεβίκοι και η Σερβική Σοσιαλδημοκρατία.
Ακόμη και σε όσους και όσες είναι οικείοι/ες με την επαναστατική κριτική κυρίως της αριστεράς των Ρώσων μαρξιστών εκείνης της εποχής, του Λένιν, του Τρότσκι και άλλων, μπορεί η “Μπροσούρα του Γιούνιους” να ανοίξει πρόσθετες απόψεις και πλευρές της σκέψης του επαναστατικού μαρξισμού που ως ρεύμα του εργατικού κινήματος βρισκόταν τότε, στα 1895- 1925 περίπου, σε μια αποφασιστική φάση της διαμόρφωσής του. Είναι μοναδικός ο τρόπος που η Λούξεμπουργκ θέτει το ζήτημα των συνεπειών, που είχε η προδοσία της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας για ολόκληρο το εργατικό κίνημα, και της ριζικής αυτοκριτικής, που θα ήταν αναγκαία για να βγει το κίνημα από την υπαρξιακή κρίση του.
Στο δεύτερο κείμενο της συλλογής κειμένων του βιβλίου, τις “Κατευθυντήριες γραμμές για τα καθήκοντα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας”, που είχαν γραφτεί από τη Λούξεμπουργκ και εκδόθηκαν από την “Ομάδα Διεθνή” (“Gruppe Internationale”) στην οποία ανήκε αυτή, τονίζεται η αναγκαία προτεραιότητα των διεθνιστικών καθηκόντων και της ίδιας της Διεθνούς –που το 1914 είχε καταρρεύσει – από την οικοδόμηση των εργατικών κομμάτων σε εθνικό επίπεδο. Ο ουσιαστικός περιορισμός ιδιαίτερα της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και των περισσότερων άλλων κομμάτων της Β΄ Διεθνούς σε αυτά τα εθνικά καθήκοντα, είχε αποδειχθεί μοιραίος, αφού τα κόμματα και τα συνδικάτα δεν ήταν πια σε θέση να αντισταθούν στην ενσωμάτωσή τους στο υφιστάμενο κοινωνικοπολιτικό καπιταλιστικό σύστημα και έτσι ούτε καν στο μιλιταριστικό και δολοφονικό γκρέμισμα του “ευρωπαϊκού πολιτισμού” μέσα στον πόλεμο. Το τρίτο κείμενο της Λούξεμπουργκ, “Η τάξη επικρατεί στο Βερολίνο”, που είναι μέρος της συλλογής, είναι το τελευταίο της πριν τη δολοφονία της το Γενάρη το 1919 μετά την “εξέγερση των Σπαρτακιστών”. Σε αυτό αναπτύσσει πάνω απ’ όλα τη σκέψη ότι το επαναστατικό κίνημα πρέπει να περάσει αναγκαστικά από πολλές ήττες για να είναι τελικά νικηφόρο – όπως άλλωστε είχαν δείξει τα γεγονότα των ρωσικών επαναστάσεων του 1905, στην οποία είχε συμμετάσχει ενεργά, και του 1917.
Εκτός από την ιστορική πλευρά αυτών των γραπτών της Λούξεμπουργκ υπάρχει βέβαια και το ερώτημα για την επικαιρότητα των επαναστατικών της αναλύσεων, συμπερασμάτων και στρατηγικών ιδεών. Ξεκινώντας με την τελευταία σκέψη της, την αναγκαία σειρά ηττών της επανάστασης πριν την τελική της νίκη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ιστορία δεν έχει πει ακόμα την τελευταία της λέξη. Βέβαια, η γερμανική επανάσταση στα 1918-9 ηττήθηκε οριστικά το 1923 με την αποτυχία του “γερμανικού Οκτώβρη” και ακολούθησαν ακόμα χειρότερες ήττες όπως η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία το 1933. Επίσης υπάρχει μια διακοπή στη σειρά των κρίσιμων εξελίξεων που κράτησε μέχρι το 1950 περίπου, όπου η νίκη της σοσιαλιστικής ανατροπής στη Δυτική Ευρώπη μπορούσε να θεωρηθεί πιθανή ή τουλάχιστον όχι αδύνατη. Μετά κυριαρχούσε για αρκετές δεκαετίες η αντίληψη ότι ένας συμβιβασμός ανάμεσα στα συμφέροντα του κεφαλαίου και της εργασίας μέσω του “κοινωνικού κράτους” ήταν μακροπρόθεσμα εφικτός.
Ωστόσο είναι εξίσου αληθινό ότι με το ανοιχτό ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης το 2008, τον κλονισμό της σταθερότητας ακόμα και των πιο σημαντικών καπιταλιστικών χωρών του κόσμου, μεταξύ τους και της Δυτικής Ευρώπης και της ευρωζώνης, όχι μόνο η αναγκαιότητα αλλά και η δυνατότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης ως διεξόδου από την ιστορική κρίση του καπιταλισμού αποκτούν αναμφίβολα μια σύγχρονη διάσταση. Σε αυτήν τη γενική κατάσταση της “νέας” καπιταλιστικής βαρβαρότητας εντάσσεται προφανώς η δικτατορική επιβολή της πολιτικής του Μνημονίου στην Ελλάδα. Αλλά όχι μόνο εδώ φθίνει όλο και περισσότερο η αυταπάτη ότι η επιθετική φύση του καπιταλισμού θα μπορούσε να δαμαστεί μέσω μεταρρυθμίσεων. Με αυτήν την έννοια, η αναζήτηση της Λούξεμπουργκ για μια “επαναστατική ρεάλπολιτικ” – μια έκφραση που χρησιμοποίησε η ίδια σε ένα άρθρο για τον Καρλ Μαρξ – έχει γίνει πάλι εντελώς επίκαιρη. Το ίδιο ισχύει για την απαίτησή της για ριζική αυτοκριτική του κινήματος, που αφορά τόσο στη ρεφορμιστική πράξη των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, των ΚΚ και των συνδικάτων μετά το 1945, όσο και, ίσως ακόμα περισσότερο, στην κατάρρευση του “υπαρκτού σοσιαλισμού” στα 1989-91. Η σημερινή αντικαπιταλιστική-επαναστατική αριστερά θα αναπτυχθεί μόνο αν διαθέτει πειστικές απαντήσεις σε αυτά τα χρεοκοπημένα μοντέλα του παρελθόντος, σαφή συμπεράσματα και νέα στρατηγικά σχέδια, βάσει των οποίων τα καταστροφικά λάθη του παρελθόντος μπορούν να αποφευχθούν. Και σε αυτόν τον τομέα οι ιδέες της Λούξεμπουργκ για το κίνημα και το κόμμα μπορεί να είναι γόνιμες και υποβοηθητικές.
Τα άλλα άρθρα της συλλογής δίνουν σημαντικές πληροφορίες και εκτιμήσεις για τη ζωή και το πολιτικό έργο της Λούξεμπουργκ. Η Κλάρα Τσέτκιν, φίλη και συντρόφισσά της, περιγράφει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκε η “Μπροσούρα του Γιούνιους”. Ο Τρότσκι υπερασπίζεται αρχές της δεκαετίας του 1930 τη Λούξεμπουργκ ενάντια στις τελείως αβάσιμες κατηγορίες του Στάλιν ότι αυτή πριν το 1914 και ύστερα ήταν πολιτικά κοντά στον Κάουτσκυ και δέσμια της οπορτουνιστικής αντίληψης και πολιτικής του. Φυσικά, ακριβώς το αντίθετο είναι αλήθεια. Ο Ερνέστ Μαντέλ εξηγεί πειστικά την ενότητα της επαναστατικής-μαρξιστικής σκέψης και της πολιτικής πράξης της από τις αρχές της δράσης της – κυρίως από το “Κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση;” (1899), που γράφτηκε ενάντια στον αναθεωρητισμό του Μπερνστάιν – μέχρι τη δολοφονία της το 1919. Τέλος, ο Michael Loewy (Μισέλ Λεβύ) αναπτύσσει τη θέση ότι η Λούξεμπουργκ κατάφερε να ξεπεράσει το μηχανιστικό και σε ένα βαθμό παθητικό υλισμό, που κυριαρχούσε στις θεωρητικές αντιλήψεις των ηγεσιών της Β΄ Διεθνούς, μόνο με την “Μπροσούρα του Γιούνιους”. Συνολικά, η συλλογή κειμένων της και για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ μπορεί να διαβαστεί ως μια ενδιαφέρουσα συμβολή στη συζήτηση για την αναγκαία αναζωογόνηση του επαναστατικού μαρξισμού στις μέρες μας. Το βιβλίο εκδόθηκε από την “Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη”, Αθήνα 2010.
*Ο Ανδρέας Κλόκε είναι μέλος της ΣΕ του “Σπάρτακου”. Η παρούσα βιβλιοκριτική περιλήφθηκε στη «Μαρξιστική Σκέψη», τόμ. 1, σελ. 358-60.
---του Κώστα Πίττα
Το βιβλίο “Μπροσούρα του Γιούνιους - Η κρίση της Σοσιαλδημοκρατίας” της Ρόζας Λούξεμπουργκ, που κυκλοφόρησε στις αρχές της χρονιάς από τις εκδόσεις Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της μεγάλης επαναστάτριας. Το έγραψε (με το ψευδώνυμο “Γιούνιους” για να μην συλληφθεί λόγω της λογοκρισίας που είχε επιβληθεί στη Γερμανία) τον Απρίλη του 1915 και μπόρεσε να το δημοσιεύσει στις αρχές του 1916 την ώρα που ολόκληρη η Ευρώπη μάτωνε στα χαρακώματα του μεγαλύτερου σφαγείου που είχε γνωρίσει μέχρι τότε η ανθρωπότητα, του Α' Παγκόσμιου Πόλεμου.
«Μετά την 4η Αυγούστου [1914] η γερμανική σοσιαλδημοκρατία είναι ένα πτώμα που βρωμάει», γράφει η Ρόζα. Εκείνη την ημέρα οι βουλευτές του SPD, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, του οποίου η Λούξεμπουργκ ήταν μέλος, υπερψήφισαν μαζί με τα αστικά κόμματα τις πολεμικές δαπάνες παρά το γεγονός ότι μέχρι τότε ορκίζονταν πως θα αντιστέκονταν «με όλα τα μέσα» σε περίπτωση που ξέσπαγε ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος. Το έκαναν στο όνομα της «υπεράσπισης της πατρίδας», όπως το ίδιο έκανε και η συντριπτική πλειοψηφία των κομμάτων της Δεύτερης Διεθνούς στις χώρες τους, και με αυτόν τον τρόπο έστειλαν τους εργάτες στο σφαγείο και τη Διεθνή στην απόλυτη χρεοκοπία.
Το κείμενο ξεκινά με μια συγκλονιστική περιγραφή της φρίκης του ιμπεριαλιστικού πολέμου: «Εξατμίστηκε ο πατριωτικός πυρετός από τους δρόμους... Το θέαμα τέλειωσε... Αντηχούν μόνο οι βραχνές κραυγές από τα όρνεα και τις ύαινες... Η τροφή για τα κανόνια που φορτώθηκε στα τρένα έγινε σκόνη στα πεδία των μαχών, πάνω στα οποία τα κέρδη ξεφυτρώνουν σαν τα αγριόχορτα. Οι επιχειρήσεις ευδοκιμούν στα ερείπια... Η αστική κοινωνία παρουσιάζεται τώρα ατιμασμένη, βουτηγμένη στο αίμα. Καμιά σχέση με τις καθώς πρέπει ηθικολογίες με πρόσχημα την κουλτούρα, τη φιλοσοφία, τη δεοντολογία, την τάξη, την ειρήνη και το κράτος δικαίου – αλλά ως άγριο κτήνος».
Αλλά η Ρόζα δεν μένει μόνο στις περιγραφές της φρίκης. Όπως γράφει ο βιογράφος της Πάουλ Φρέλιχ: «Αυτό το έργο αποτελεί ένα εγχειρίδιο ιστορίας και προλεταριακής στρατηγικής... Δείχνει πώς τα δυο ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα συγκροτήθηκαν κάτω από την πίεση των συμφερόντων. Έτσι αποκαλύπτει την πραγματική φύση του πολέμου». Με υποδειγματικό τρόπο αναλύει αφιερώνοντας πολλές σελίδες τις εξελίξεις στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, το πέρασμα από την εποχή της belle epoque στην οικονομική κρίση, τους ανταγωνισμούς για αποικίες ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις, τους μηχανισμούς καταλήστευσης των καθυστερημένων χωρών από τους ιμπεριαλιστές, τις σχέσεις των καπιταλιστών με τα εθνικά τους κράτη, το πώς οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί εξελίχθηκαν αναπόφευκτα στη σφαγή του παγκόσμιου πόλεμου.
Όμως ο βασικός στόχος της Λούξεμπουργκ δεν είναι να αναλύσει μόνο τις αντικειμενικές καταστάσεις – όσο βασική και απαραίτητη και αν είναι μια τέτοια ανάλυση. Είναι να αναδείξει την ανεπάρκεια και τη χρεοκοπία των ηγεσιών των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων – κύρια του ισχυρότερου από αυτά, του SPD. Γράφει:
«Σε τι διαφέρουν [οι διακηρύξεις των αστικών κομμάτων] από τη σοσιαλδημοκρατική διακήρυξη; (1) Ο πόλεμος επιβάλλεται σε μας από άλλους. (2) Τώρα που ο πόλεμος είναι εδώ πρέπει να δράσουμε για αυτοάμυνα. (3) Στον πόλεμο αυτό ο Γερμανικός λαός κινδυνεύει να χάσει τα πάντα. Είναι προφανές αναμάσημα της κυβερνητικής διακήρυξης... Με λίγα λόγια, αρχίζοντας από την 4η Αυγούστου μέχρι τη μέρα που θα κηρυχθεί η ειρήνη, η σοσιαλδημοκρατία αντιμετωπίζει την ταξική πάλη σαν να μην υπάρχει. Η πρώτη βροντή των κανονιών του Κρουπ μετέτρεψε τη Γερμανία σε μια φανταστική χώρα διαταξικής αλληλεγγύης και κοινωνικής αρμονίας... Μήπως οι κατέχουσες τάξεις, σε μια διάθεση πατριωτικού ενθουσιασμού, δήλωσαν ότι ενόψει των αναγκών του πολέμου παραχωρούμε τα μέσα παραγωγής, τη γη, τα εργοστάσια και τα εργοτάξια στην κατοχή του λαού; Μήπως απεμπόλησαν το δικαίωμά τους να βγάζουν κέρδος; Μήπως παραμέρισαν όλα τα πολιτικά τους προνόμια;... Την ίδια στιγμή που οι άρχουσες τάξεις ήταν πλήρως εξοπλισμένες, η εργατική τάξη κάτω από την καθοδήγηση της σοσιαλδημοκρατίας, παρέδιδε τα δικά της όπλα».
Η Ρόζα είχε συγκρουστεί από παλιότερα τόσο με τις ρεφορμιστικές αυταπάτες που διακατείχαν το μεγαλύτερο μέρος της ηγεσίας του SPD, όσο και με τον ρόλο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας – τα βιβλία της “Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση” και “Μαζική Απεργία, Κόμμα, Συνδικάτα” αποτελούν αξεπέραστες μαρξιστικές αναλύσεις μέχρι σήμερα. Αλλά η προδοσία της 4ης Αυγούστου την οδήγησε σε πλήρη ρήξη με το κόμμα στο οποίο ανήκε. Στο “Προσχέδιο για τις Θέσεις του Γιούνιους” (που περιέχεται στην έκδοση) αναφέρει ότι «μια νέα εργατική Διεθνής πρέπει να ιδρυθεί που καθήκον της θα είναι να αναλάβει τη διεύθυνση και τη συγκεντροποίηση του επαναστατικού ταξικού αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό σε όλες τις χώρες». Δυστυχώς η Ρόζα δολοφονήθηκε τις μέρες της πρώτης γερμανικής επανάστασης το Γενάρη του 1919, ενώ στην κυβέρνηση της Γερμανίας βρισκόταν πια το ίδιο το SPD, και δεν πρόλαβε να συμμετέχει ενεργά, όπως πάντα, στην ίδρυση της Τρίτης Διεθνούς του Λένιν και του Τρότσκι.
Υπάρχουν σημεία στο κείμενο της Λούξεμπουργκ που θα μπορούσαν να αμφισβητηθούν. Όπως, για παράδειγμα, η κριτική που άσκησε ο Λένιν όταν το διάβασε, διαβλέποντας μια υποτίμηση «των εθνικών πολέμων από μέρους των αποικιών που είναι αναπόφευκτοι ενάντια στον ιμπεριαλισμό». Όμως, η αυστηρότητα της κριτικής του Λένιν δείχνει ακριβώς το πόσο σημαντική θεωρούσε τη “Μπροσούρα”.
Η έκδοση της Πρωτοποριακής Βιβλιοθήκης συμπεριλαμβάνει, πέρα από το “Προσχέδιο”, και το περίφημο κείμενο της Ρόζας “Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο” που έγραψε λίγο πριν δολοφονηθεί, καθώς και κείμενα της Κλάρας Τσέτκιν, του Τρότσκι, του Μαντέλ και του Μίκαελ Λέβι για τη μεγάλη επαναστάτρια. Στα θετικά της έκδοσης θα πρέπει να επισημάνουμε την πολύ προσεγμένη μετάφραση και τον εξαιρετικά βοηθητικό πρόλογο του Α. Κλόκε με τη συμμετοχή των Χ. Κεφαλή και Ν. Ταμβακλή.
Η “Μπροσούρα του Γιούνιους” τελειώνει με τις παρακάτω φράσεις: «Η τρέλα θα σταματήσει και οι αιματοβαμμένοι δαίμονες της κόλασης θα εξαφανιστούν μόνο όταν οι εργάτες στη Γερμανία και τη Γαλλία, στην Αγγλία και τη Ρωσία θα τείνουν ο ένας στον άλλο ένα αδελφικό χέρι, πετάξουν έξω την κτηνώδη χορωδία των ιμπεριαλιστικών πολεμοκάπηλων και καλύψουν τη στριγκιά κραυγή των καπιταλιστικών υαινών με την παλιά και δυνατή κραυγή των εργατών: Προλετάριοι όλου του κόσμου ενωθείτε!»
*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Σοσιαλισμός από τα Κάτω», τεύχος 87. Πηγή: http://www.socialismfrombelow.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=270:i87&Itemid=44.