Γιάννης Τόλιος, Κρίση, “Απεχθές” Χρέος και Αθέτηση Πληρωμών
Γιάννης Τόλιος, Κρίση, “Απεχθές” Χρέος και Αθέτηση Πληρωμών, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2011, σελ. 152, 12,4 €
του Λεωνίδα Βατικιώτη*
«Το ζήτημα του χρέους δεν αποτελεί απλά κάποιο οικονομικό – διαχειριστικό ζήτημα, αλλά ένα πολύ σύνθετο και πάνω απ’ όλα πολιτικό πρόβλημα που αγγίζει όλες τις πλευρές της κοινωνικής ζωής», υποστηρίζει στο νέο του βιβλίο ο Γιάννης Τόλιος, με τίτλο Κρίση, απεχθές χρέος και αθέτηση πληρωμών, το ελληνικό δίλημμα (εκδόσεις Τόπος, 2011).
Στην τρέχουσα οικονομική κρίση και ειδικότερα την κρίση δημόσιου χρέους που περιδινίζεται η Ελλάδα και στις στρατηγικές για την αντιμετώπισή της είναι αφιερωμένο το νέο βιβλίο του Γιάννη Τόλιου, που κυκλοφόρησε μόλις πριν λίγες μέρες. Το βιβλίο χαρακτηρίζεται αρχικά για την επικαιρότητά του καθώς παρεμβαίνει σε μια συζήτηση που βρίσκεται στο επίκεντρο της δημόσιας αντιπαράθεσης εδώ και έναν τουλάχιστον χρόνο. Αυτή δε η παρέμβασή του γίνεται από θέσεις της Αριστεράς, σε αντιπαράθεση με τις θέσεις της κυβέρνησης και του μαύρου μνημονιακού μετώπου: ΔΝΤ και ΕΕ. Χαρακτηριστικά, παρουσιάζονται με τα πιο μελανά χρώματα οι δραματικές κοινωνικές συνέπειες από την μέχρι σήμερα εφαρμογή του Μνημονίου, καθώς και η έκρηξη των κοινωνικών αντιθέσεων, η άλλη πλευρά δηλαδή, η λιγότερο… σκοτεινή του φεγγαριού: «Σε αντίθεση με το υψηλό ποσοστό φτώχειας, υπήρξε από την άλλη σταθερή αύξηση του στρώματος των εκατομμυριούχων», τονίζει ο Γιάννης Τόλιος. Μια θέση που την υποστηρίζει με στοιχεία και τις απαραίτητες παραπομπές σε πρωτογενές υλικό.
Η τρέχουσα οικονομική κρίση χαρακτηρίζεται αφετηριακά ως «προϊόν των αντιφάσεων του καπιταλισμού και των συνακόλουθων πολιτικών του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διαχείρισής του». Κατά τη διερεύνηση των συγκεκριμένων αιτιών που οδήγησαν στην έκρηξη του δημόσιου χρέους ο συγγραφέας υπογραμμίζει τις έκτακτες, χρόνιες και ειδικές αιτίες που στο σύνολό τους καταδεικνύουν ότι …δεν «τα φάγαμε μαζί». Ότι δηλαδή η αύξηση του δημόσιου χρέους από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και μετά ήταν αποτέλεσμα συνειδητών ταξικών επιλογών των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Με τα δικά του λόγια, οι αιτίες των διπλών ελλειμμάτων (στα δημόσια οικονομικά και το ισοζύγιο πληρωμών) έχουν τις εξής αφετηρίες: «Αν η κρίση και τα ελλείμματα της δημόσιας διαχείρισης συμπυκνώνουν τις ταξικές επιλογές της οικονομικής πολιτικής, τα ελλείμματα του ισοζυγίου πληρωμών συμπυκνώνουν τα ελλείμματα ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας, καθώς και την ποιότητα των σχέσεων μιας χώρας στο διεθνές σύστημα οικονομικών σχέσεων».
Ο Γιάννης Τόλιος παρουσιάζει επίσης με λεπτομέρειες τις ευθύνες της ΕΕ για την ελληνική κρίση, όχι μάλιστα μόνο σε ότι αφορά το από δω και πέρα στη βάση των πρόσφατων αποφάσεων της Συνόδου Κορυφής στις 24 και 25 Μάρτη, αλλά και σε ότι αφορά το πώς φτάσαμε ως εδώ. Αναλύοντας, για παράδειγμα, τον τρόπο που η συμμετοχή της Ελλάδας στην ευρωζώνη προετοίμασε την σημερινή κρίση, μέσω της συναλλαγματικής ισοτιμίας με την οποία κλείδωσε η δραχμή στο ευρώ. Καταλήγει δε πως «το τελικό αποτέλεσμα λειτουργίας της ευρωζώνης είναι η περιθωριοποίηση των περιφερειακών οικονομιών, σε βάρος του επιπέδου ζωής των εργαζομένων και των λαών και προς όφελος του χρηματιστικού κεφαλαίου και των ισχυρών οικονομιών, κυρίως της ιμπεριαλιστικής Γερμανίας».
Άμεσα προκρίνει την δυνατότητα λογιστικού ελέγχου του δημοσίου χρέους, που θα επιτρέψει την διαγραφή μέρους ή όλου του χρέους, καθώς και ο ίδιος πρωταγωνιστεί στις σχετικές προσπάθειες που γίνονται για τη συγκρότηση επιτροπής το τελευταίο διάστημα. Αναφέρει μάλιστα στο βιβλίο του: «Ο δισταγμός υιοθέτησης της ιδέας άρνησης πληρωμής του “απεχθούς χρέους” και επαναδιαπραγμάτευση του υπόλοιπου από θέσεις ισχύος, καθώς και η αντίληψη μετάθεσης της λύσης του ζητήματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, βρίσκεται σε απόσταση από τις αντικειμενικές απαιτήσεις της ελληνικής κοινωνίας, δείχνοντας έλλειμμα εμπιστοσύνης στις λαϊκές δυνάμεις. Στην ουσία, επικαλούμενος τις δυσκολίες και τους κινδύνους ο ΣΥΝ μεταθέτει την επίλυση του προβλήματος από το εθνικό στο υπερεθνικό επίπεδο, στερώντας προοπτική στο κίνημα κατά του Μνημονίου, του Συμφώνου για το Ευρώ και της ελεγχόμενης πτώχευσης στο οποίο ο ίδιος πρωτοστατεί. Πρόκειται για καθαρά αμυντική και ταυτόχρονα αντιφατική στάση, που κυριαρχείται από τη λογική ότι είναι προτιμότερη η “πάση θυσία” παραμονή στην ευρωζώνη και ότι οι αναγκαίες ριζοσπαστικές αλλαγές είναι εφικτές μόνο στο σύνολο των χωρών και από όλους τους λαούς μαζί, παραγνωρίζοντας την ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη, τόσο γενικά μεταξύ καπιταλιστικών χωρών, όσο και ειδικά μεταξύ χωρών του “κέντρου” και της “περιφέρειας” της ΕΕ».
Η στρατηγική πρόταση του συγγραφέα, με την οποία ολοκληρώνει και την ανάλυσή του, συμπυκνώνεται στο ότι βασικός στόχος της περιόδου που διανύουμε είναι «η αλλαγή του συσχετισμού δύναμης και η ανάδειξη μιας προοδευτικής – αριστερής κυβέρνησης που θα εφαρμόσει ένα ανοικτό στη σοσιαλιστική προοπτική πρόγραμμα ριζοσπαστικών αλλαγών». Κατά την άποψή μου, το πρωτοφανές βάθος και ο μη αντιστρεπτός χαρακτήρας των αντιδραστικών αλλαγών που έχουν συντελεστεί στο πολιτικό σύστημα τα τελευταία χρόνια έχουν αφαιρέσει οριστικά και αμετάκλητα το έδαφος για να τελεσφορήσουν ακόμη και τα πιο γνήσια αριστερά κυβερνητικά πειράματα και να μπορέσουν να ικανοποιήσουν ακόμη και ώριμα εργατικά αιτήματα μέσω μεταρρυθμίσεων. Η επίδειξη πυγμής από τον Νικολά Σαρκοζύ το 2010, όταν αρνήθηκε να πάρει πίσω την αντι-ασφαλιστική μεταρρύθμιση παρά τις 7 γενικές απεργίες που έγιναν όλο το χρόνο, κι όταν μάλιστα στο παρελθόν μία γενική απεργία αρκούσε για να καρατομηθεί συχνά και πρωθυπουργός κι όχι μόνο να ακυρωθούν κρίσιμα νομοσχέδια (βλέπε Σύμφωνο Προσωρινής Απασχόλησης), δείχνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την σκλήρυνση της αστικής εξουσίας και την αναγκαιότητα των επαναστατικών, αντικαπιταλιστικών τομών.
Συνολικά πρόκειται για ένα βιβλίο που εξοπλίζει τον κόσμο του αγώνα και της Αριστεράς για την αναγκαία πάλη ενάντια στο Μνημόνιο, την κυβέρνηση, το ΔΝΤ και την ΕΕ καθώς βαθαίνει την ιδεολογική αντιπαράθεση.